Γιώργος Δάγλας

Γιώργος Δάγλας, ποίηση

Γιώργος Δάγλας

Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα
Εγγραφή σε: Σχόλια ανάρτησης (Atom)

giorgosdaglas@gmail.com

συστάσεις

Ο Γιώργος Δάγλας γεννήθηκε στην Ιθάκη το 1958, όπου και τελείωσε το Ναυτικό Λύκειο -χωρίς ποτέ να μπαρκάρει.

-1977, Αθήνα.

Προλαβαίνει ζωντανούς τους τελευταίους ρεμπέτες. Ακούει τον Ρούκουνα και πίνει ούζο με τον Γιάννη Κυριαζή.

-1980, άγριες διαδηλώσεις-καταλήψεις.

Δουλεύει κομπάρσος με τη μεσολάβηση της Κατερίνας Γώγου.

Με τον Άσιμο στο υπόγειο της Αραχώβης.

Γράφει στο ΙΔΕΟΔΡΟΜΙΟ του Λεωνίδα Χρηστάκη.

Παράλληλα βιοπορίζεται ως βιομηχανικός εργάτης, ταβερνιάρης και υπάλληλος γραφείου τελετών.

-1982, εκδίδεται η “ΜΕΡΑ ΤΩΝ ΦΩΤΑΓΩΓΩΝ” στον “ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΤΥΠΟ”.

-1985, Αποσύρεται στην Ιθάκη.

Εκδίδει την τοπική εφημερίδα “ΑΓΟΝΗ ΓΡΑΜΜΗ” διορίζεται στο νοσοκομείο και παντρεύεται.

-1992, παραιτείται από δημόσιο και συζυγικό βίο και φεύγει στη Θεσσαλονίκη.

Γράφει, πίνει, χάνεται.

-1999, εκδίδεται το “ΜΑΥΡΟ ΧΙΟΝΙ” στις εκδόσεις ΕΛΛΕΒΟΡΟΣ (Άργος)

-2004, επιστροφή στην Ιθάκη.

Ετοιμάζει την καινούργια απόδραση.
------------




επικίνδυνα πειράματα

επικίνδυνα πειράματα

χαιρετισμός του Γιώργου Δάγλα στην παρουσίαση του Φώτη Μότση, στο Άργος

Καλώς σας βρίσκω.

Πιστεύω πως είναι κοινό μυστικό, πως ό,τιδήποτε νοιώθεται, δεν μπορεί να κριθεί,- πόσο, μάλλον, ελαφρά τη καρδία, -ή και με οποιονδήποτε άλλον τρόπο.

Ό,τι συνταράσσει τα συναισθήματά μας, δεν μπορεί να μπει σε κανενός είδους ανάλυση. Όχι, απλά, δεν έχουμε το δικαίωμα αυτό, -δεν έχει και κανένα νόημα.

Ήρθα από λίγο μακριά, από το βόρειο Ιόνιο, για να πω δυο πράγματα. Η αλήθεια είναι ότι ανησύχησα λίγο, όταν έμαθα ότι θα γίνει μια τέτοια εκδήλωση για έναν ποιητή που διαβάζω και γνωρίζω πολλά χρόνια, επειδή ένοιωσα πως μπορεί να βρίσκεται σε κίνδυνο. Σ’ ένα είδος κινδύνου. Δηλαδή, μήπως γίνει αποδεκτός.

Ουσιαστικά, αυτό ήταν το ζητούμενό μου. Να υπερασπιστώ τη ασωτία της ποίησης στο πρόσωπο του Φώτη του Μότση. Αλλιώς, δεν πιστεύω πως μπορεί κάποιος να είναι και ποιητής. Πώς θα μας εξέφραζε, άλλωστε, κι εμάς!

Φοβήθηκα, εν τέλει, μήπως ο ποιητής μπει στον ίσο δρόμο! Μήπως σταματήσει να τρέχει το αίμα του στα πεζοδρόμια, στα καταγώγια, στον κάτω κόσμο, -στον άλλον, στον από ΄κει. Μήπως αραιώσουν οι εκρήξεις του πάθους του, -αυτές που συντελούνε στη δημιουργία της ποίησης.

Ελπίζω να πρόλαβα.

Ελπίζω, ακόμα, οι νοικοκύρηδες να τον αποστρέφονται.

Ελπίζω, οι νοικοκυρές να τον ονειρεύονται.

Η εξουσία, να τον εξορίζει.

Αλλιώς, πώς θα φλέγονταν τα ήρεμα βράδια όλων των άλλων;!

Πώς θα γλιτώναμε την τραγωδία;!

Τυχεροί, όσοι στον κάμπο τους κρύβουν έναν ποιητή.


φωτο: Ηλίας Πολυχρονόπουλος

Μνήμη Μάκη Αποστολάτου

Περιοδικό Ομπρέλα, Φεβρουάριος 2011

Θα ξαναπεράσω

Δεν ήταν μια καλή χρονιά η περσινή. Πολλοί φίλοι τσακίστηκαν, σύρθηκαν στα νοσοκομεία με σπασμένη καρδιά, με σαπισμένα σωθικά μπήκαν στο χώμα, πυρπολήθηκαν με το τελευταίο τους ποίημα.

Μόνους, τους είδαμε τελευταία φορά σ΄ ένα τραπεζάκι ερημικού καφενείου να γράφουν σκεφτικοί στο πακέτο απ΄ τα τσιγάρα τους, ν΄ αφήνουν τα τελευταία τους κέρματα και να χάνονται σ΄ έναν άγνωστο δρόμο, που ξέρουν, πως πίσω πια δεν θα τους φέρει.

Όσοι αντέξαμε, κλωτσάμε βλαστημώντας τ΄ άδεια κουτιά της μνήμης, καθόμαστε στο τραπέζι με την άδεια καρέκλα και το ποτήρι του φίλου που θα μείνει γεμάτο μέχρι να φύγουμε. Παιδευόμαστε ώρες να βρούμε τα λόγια -να του αφήσουμε ένα σημείωμα κάτω από την πόρτα. Δεν βγαίνει.

Δεν πειράζει. Ο Αποστολάτος θα τσαντιστεί λίγο, αλλά θα καταλάβει. Η τρέλα των ποιητών μας έσωζε πάντα όταν χανόμαστε από τα βήματα και τα λόγια του. Κι ήταν ένα παιχνίδι που του άρεσε. Ύστερα έλεγε στις παρέες του: ‘Αυτός είναι ποιητής του περιθωρίου. Είναι δικός μου. Στο Σωματείο’.

Τελευταία φορά που τον είδα και τον άκουσα, ήταν στο Μορφωτικό Κέντρο της νήσου Ιθάκης, να μιλάει για την αιμάσσουσα ύπαρξη και τη γνωριμία του με τον συντοπίτη του και ομότεχνό του Κόλλια ή Νίκο Καββαδία. Και χαθήκαμε ξανά.

Κάποια στιγμή διάβασα στον Τύπο πως ταξίδεψε.

Δεν το πίστεψα. Πέρασα από τη Θεμιστοκλέους και χτύπησα το κουδούνι του. Δεν απάντησε.

Θα λείπει, λέω.

Ξαναπέρασα. Τίποτα.

Δεν πειράζει. Θα ξαναπεράσω.

Γιώργος Δάγλας

Ελάσσων Επτανήσιος Ποιητής


φωτο: Ηλίας Πολυχρονόπουλος

γιώργος δάγλας, το σίδερο

Η Ελένη Γρηγοριάδου σιδέρωνε τα ρούχα της.

Τα είχε πλύνει για πολλοστή φορά.

Δεν τα φορούσε ποτέ.

Είχε χρόνια να βγει από το σπίτι.

Είχε χρόνια να ‘χει μια σχέση, να βρεθεί κοντά μ’ έναν άνθρωπο.

Δούλευε και σιδέρωνε τα ρούχα της.

Δεν έτρωγε. Δεν κάπνιζε. Δεν έπινε. Δεν ζούσε.

Σκέφτηκα πως κάτι μπορούσε να γίνει μαζί της.

Ήμουν τρεις μήνες άνεργος. Τα μαλλιά μου είχαν φουντώσει και μακρύνει

πολύ. Κυκλοφορούσα με κάτι πολυκαιρινά δανεικά ρούχα που μου έρχονταν λίγο άβολα.

Οι ταχτοποιημένοι - (είν’ αλήθεια, είχα φίλους όταν είχα και γυναίκα) - σύχναζαν σε ακριβά μπαράκια και μου χτυπούσαν με παρηγοριά την πλάτη. Μια πέτρα πεταμένη στην θάλασσα η αγάπη τους.

Σκέφτηκα λοιπόν πως κάτι θα μπορούσε να γίνει. Και οι δυο στο σίδερο και στη μοναξιά - λέω - κάτι θα γίνει. Η αλήθεια είναι πως με είχε καλέσει κάποιες φορές στο σπίτι της. Ξάπλωνε στον καναπέ, κι’ εγώ καθόμουν σε ένα μικρό σκαμπό. Κρατούσε πάντα μια απόσταση ασφαλείας δύο μέτρων. Μια φορά, φεύγοντας, την ακούμπησα στον ώμο φιλικά. Ταράχτηκε. Νόμισα πως θα με χτυπούσε.

Μου μιλούσε πάντα στον πληθυντικό. Η σχέση μας προχωρούσε. Άδειαζα ότι υπήρχε στο ψυγείο της κι’ άδειαζε ό,τι υπήρχε στην ψυχή της. Ο αδερφός της ήταν μόνιμος στρατιωτικός, μοναδικός της “φίλος”, ερωτευμένος με μια ρωσίδα καμπαρετζού. ο μακαρίτης ο πατέρας της απογοητευμένος - χτυπημένος - από την αριστερά της εποχής του.

Η Ελένη δούλευε πάντα σ’ ένα φτηνό ξενοδοχείο χωρίς ρεπό, χωρίς ζωή, χωρίς έρωτα, χωρίς μέλλον. Κάποιες φορές που περνούσα να τη δω, ντρεπόμουν λίγο. Τα ρούχα μου ήταν τσαλακωμένα. Κι’ εγώ. Κι’ αυτή σιδέρωνε.

Ήμουν τρεις μήνες άνεργος. Οι φίλοι μου με είχαν ξεχάσει. Δουλειές - ταξίδια - δημόσιες σχέσεις - κάποιοι έγραφαν ποίηση, άλλοι άλλαζαν αυτοκίνητο -εγώ δεν “είχα μάτια να κλάψω”, ούτε και την Ελένη είχα, ούτε ένα σίδερο, να βγαίνω έξω στο δρόμο, με αξιοπρέπεια.

Δεν το έβαλα κάτω. Την τελευταία φορά που πέρασα να τη δω, έβαλα τις ντροπές στην άκρη, Ελένη, της λέω, δεν μπορώ άλλο έτσι τσαλακωμένος, μπορείς να μου βρεις ένα μεταχειρισμένο σίδερο; Περίμενε, μου λέει. Πάει στο άλλο δωμάτιο, γυρίζει με ένα σαρανταπεντάρι στο χέρι.

- Πάρ’ το, μου λέει. Εγώ, δεν μπορώ. Ό,τι κάνεις, θα ’μαι μαζί!


http://www.youtube.com/watch?v=2F5oozV59k8
http://www.youtube.com/watch?v=F090phVQzUM


φωτο: Ηλίας Πολυχρονόπουλος

έγραψαν στον ιστότοπο ΄ποιειν¨

Τυρταίος

Αναλογίζομαι τι θα είχε γράψει
εάν η μοίρα δεν του είχε φερθεί
σκληρά και τον είχε αφήσει να μπαρκάρει !!!!

……………….

Φίλε Γιώργη
Αποδέχομαι αυτό το οδυνηρό “τίποτα”
με το ελαφρυντικό της έλλειψης
παρακαταθηκών και παραστάσεων
από μέρους σου ( ίσως ) από το στοιχείο
που μας έδωσε έναν Καββαδία
και πιθανώς και άλλους !?!?
Φαντάσου να σε πετάξουν μέσα σε
μια γυάλα με μέλι και όταν βγεις
και σε φιλήσει η αγαπημένη σου
να σου πει με απορία ……!
“γιατί τα χείλη σου βγάζουν αλάτι”

Σωτήρης Παστάκας

1.902 επισκέψεις μεσούντος του Ιουλίου, σημαίνουν πως ο κόσμος έχει βαρεθεί την επιφάνεια της Λογοτεχνίας μας και ψάχνει το αόρατο… Ευχαριστούμε τον Γιώργο Δάγλα για την παραχώρηση και τον Κώστα Παπαθανασίου για την επιμέλεια.

Στελλα Βλαχογιάννη

Απίστευτο. Τον ψάχνω τον Γιώργο σχεδόν 25 χρόνια. Από την εποχή της Κατερίνας. Ερχόταν στο βιβλιοπωλείο που είχα τότε και…. λέγαμε πολλά. Έχασα ξαφνικά τα ίχνη του. Ήξερα τα τότε ποιήματά του, αλλά βλέπω τώρα… καλπάζει.
Ευχαριστώ για την χαρά που πήρα και βρίσκοντάς τον και διαβάζοντας την ποίησή του.
Αν με κάποιο τρόπο μπορεί να με βοηθήσει κανείς να έρθω σ΄ επαφή μαζί του, θα το εκτιμούσα

……

Στέλλα Βλαχογιάννη

τώρα το πρόσεξα. Τι εννοείτε: ετοιμάζει την καινούργια απόδραση;

Πού μπορώ να ΄βρω τα βιβλία του; Υπάρχει τίποτα στη γ…νη αγορά;

sfen

Υπέροχα τα ποιήματα του κ. Δάγλα και πολύ ωραίο βιογραφικό… χωρίς πτυχία, βραβεύσεις κ.λ.π. -η πορεία του και οι παρέες του (Ρούκουνας ,ελεύθερος τύπος, ιδεοδρόμιο, Γώγου, Άσιμος, καταλήψεις, δουλειές του ποδαριού για βιοπορισμό) οι καλύτερες “περγαμηνές”, κατά τη γνώμη μου, και βέβαια ο (ίσως τυχαίος) συμβολισμός, η Ιθάκη στην αρχή και στο τέλος… Εύχομαι, η καινούρια απόδραση να είναι εξίσου γεμάτη ελευθερία με τις προηγούμενες και να αναμεταδοθεί εδώ για να την πάρουμε χαμπάρι.

κώστας παπαθανασίου

Τι να πει κανείς για ένα φίλο. Τα λόγια δε φτάνουν. Μόνο ψυχή.
Τα 2 πρώτα ποιήματα μού τα διάβασε ένα βράδυ από το τηλέφωνο, μόλις τα έγραψε. Του τα ζήτησα, και μου τα ΄στειλε με φαξ από την Ιθάκη.
Θα μπούνε στην καινούργια συλλογή που ετοιμάζει.

Το 1993 έγραψε στίχους για ένα τραγούδι από το δίσκο της Τσαλιγοπούλου “Καθρέφτες”. Λέγεται “Μοναξιά”.
Συμμετέχει επίσης μ’ ένα πεζό που απαγγέλει ο Ζερβουδάκης στον σπουδαίο δίσκο του τζαζίστα Νεκτάριου Καραντζή «Terra Incognita III». To κομμάτι έχει τίτλο “Το σίδερο”.
Επίσης έγραψε στίχους σε τραγούδια του ερασιτέχνη Ιθακιώτη μουσικού Σπύρου Αρσένη. “Έλα κάτω απ’ την ομπρέλλα” ο δίσκος (υπάρχουν στο Δίκτυο).

Ευχαριστώ το «Ποιείν» που σκορπίζει απλόχερα τις ψυχές των ποιητών. Φτάνουν απρόσμενα παντού.

Φώτης Μότσης

Γράφτηκαν κάμποσα για τον Γιώργο και την γραφή του. Άλλοι τον ανακαλύπτουν, άλλοι τον αναζητούν. Εμφανίζεται (αναρτάται;) για πρώτη φορά στο διαδίκτυο χάριν στο μεράκι και στην καλοσύνη ενός φίλου και άλλων καλών ανθρώπων. Να ‘ ναι όλοι τους καλά. Ας επιτραπούν και σε μένα, όμοια φίλου του, δυο κουβέντες.
Λοιπόν.
Η ποίηση του Γιώργου Δάγλα κυκλοφορεί από στόμα σε στόμα, ωσάν τη χαρμόσυνη την είδηση,- ή ως θανατερό μαντάτο.
Σαν το παλιό κρασί, στα κερωμένα τα τσουκάλια. Δεν θα το βρεις στην κάβα, δεν διατίθεται τιμητικά, δεν πωλείται. Δίνεται από χέρι σε χέρι. Μεταλαβιά. Και, μοναχά, στα χέρια και για τη γεύση των μπεκρήδων: του μπεκρή της ζωής, του πότη της στιγμής –του καθεμέρα –του αδόκητου.
Η ποίηση του Γιώργου Δάγλα είναι το πηλοφόρι με τα χρυσά καλούδια στην πλάτη του ξυπόλητου αλήτη στη γυροβολιά της μέρας και της ζήσης,-καλούδια που αραδιάζει στην άσφαλτο και πάει για κατούρημα, είναι το προσκεφάλι του στο νυχτερινό παγκάκι απέναντι από ακαδημίες , συμπόσια ποιητών και λογοτεχνικά σωματεία. Απέναντι, ντααν!- όχι παραδίπλα.
Αυτή η ξερακιανή Θιακιά φιγούρα στέκεται, χρόνια τώρα, απέναντι στις κοκκινοσκουφίτσες των εταιρειών πάσης μορφής μαζικής πνευματικής παραγωγής, είναι το αχαμνό το σκαλοπάτι πριν την ισιάδα των παρουσιάσεων και των βραβείων, είναι το κεφαλόσκαλο ένα βήμα πριν το σάλεμα που οδηγεί στα ποιητικά κατώγια, -εκεί όπου το κλειδί κρατεί καλά σφιχτά στον κόρφο της η λέξη.
Δείχνει, από πολύ ψηλό αγκωνάρι, τα δόντια του σε κυνηγούς και λύκους καθώς κυλιούνται σύγκορμα στον κάμπο με τους εύκολους τους όχτους και τα ευγενή αγκάθια, δαγκώνει οδυνηρά τα μεριά της καθημερινότητάς μας, σβαρνίζει το άγριο τοπίο, το ημερεύει. Ημερεύει την ψυχή μας. Βγαίνοντας από ένα ποίημα του Δάγλα, ευχαριστείς τον θεό σου που σ΄ έχει ακόμα ζωντανό και σου επιδαψιλεύει τιμή τοσαύτη: να παίρνεις μάτι την ποίηση σ΄ όλη τη μεγαλειώδη αντράλα της.
Χρόνια πίσω, στ΄ Ανάπλι, στο καφενείο του Κώστα, στην πλατεία Συντάγματος, έτυχα αυτήκοος μάρτυρας συζήτησης μεταξύ κορασίδων:
-«Ρε συ, έχεις πάει Ιθάκη;» -«Στο Θιάκι; Βεβαίως!» -«Και δεν μου λες, τον ποιήταρο τον γνώρισες;» -«Ποιόνε;» -«Τον Δάγλαρο,ρε!»

Θέμα Υδατογράφημα. Από το Blogger.